Πινόκιο

Ο Πινόκιο (ιταλικά.:Pinocchio) είναι ένας φανταστικός χαρακτήρας που πρωτοεμφανίστηκε το 1883, ως κεντρικός ήρωας στο ιταλικό παραμύθι «Οι Περιπέτειες του Πινόκιο» (ιταλ.:Le Avventure di Pinocchio) του Κάρλο Κολόντι, και έχει από τότε εμφανιστεί σε πολλές προσαρμογές της ιστορίας και άλλα. Σκαλισμένος από τον ξυλογλύπτη Τζεπέτο σε ένα μικρό ιταλικό χωριό, ο Πινόκιο δημιουργήθηκε ως ξύλινη μαριονέτα, αλλά ονειρεύτηκε να γίνει πραγματικό αγόρι. Ο Πινόκιο χρησιμοποιείται συχνά ως όρος για να περιγράψει κάποιον ο οποίος είναι επιρρεπής στα ψέματα, την μυθοπλασία και την υπερβολή.

Ο Πινόκιο είναι γνωστός για το γεγονός κατά το οποίο η μύτη του μακραίνει όταν είναι υπο την επήρεια του άγχους (Κεφάλαιο 3), αλλά κυρίως όταν λέει ψέματα. Τα ρούχα του είναι φτιαγμένα από λουλουδιασμένο χαρτί, τα παπούτσια του από ξύλο και το καπέλο του από ψωμί (σελίδα 16). Το ιταλικό όνομα του Πινόκιο φαίνεται να προέρχεται από την ιταλική λέξη pino που σημαίνει πεύκο. Ωστόσο, στο βιβλίο ξεκάθαρα αναφέρεται πως ο Πινόκιο είναι φτιαγμένος από ξύλο κερασιάς. Στην πραγματικότητα το όνομα προέρχεται από ένα ψευδώνυμο, καθώς ο Τζεπέτο πικρόχολα του έδωσε το όνομα ως ένας οιωνός καλής τύχης:«Ho conosciuto una famiglia intera di Pinocchi [...] e tutti se la passavano bene. Il più ricco di loro chiedeva l’elemosina»(Κεφάλαιο 1) (Γνωρίζω όλη την οικογένεια Πινόκιο [...] και όλοι τους τα καταφέρανε καλά. Ο πλουσιότερος ζητιάνεψε.). Το επίθετο μπορεί να προέρχεται από την ιταλική λέξη nocchio (κόμβος ξύλου).

 

 

Χαρακτήρας των κινουμένων σχεδίων από τον κόσμο του Ντίσνεϊ. Ανθρωπόμορφος σκύλος και κολλητός φίλος του Μίκυ Μάους. Ατζαμής, με δόντια αλά Ροναλντίνιο, πλακατζής, έξω καρδιά, ιππότης με τις κυρίες, αθώος σαν παιδί, ολίγον χαοτικός, αλλά πιστός και πάντα έτοιμος να βοηθήσει τους φίλους του.

Γεννήθηκε στα στούντιο της Ντίσνεϊ και εξελίχθηκε ως χαρακτήρας από τον καρτουνίστα Αρτ Μπάμπιτ. Πρωτοεμφανίσθηκε στη μεγάλη οθόνη με το όνομα Ντίπι Ντογκ στις 25 Μαΐου 1932, σε μία ταινία με τον τίτλο «Mickey's Revue». O ρόλος του ήταν μικρός, αλλά το ξεχωριστό γέλιο του δημιούργησε αίσθηση. Ακολούθησαν ρόλοι κομπάρσου σε πέντε ταινίες και στην έβδομη ήρθε η αναγνώριση.

Στο φιλμ The Orfan's Benefit, που κυκλοφόρησε στις 11 Αυγούστου 1934, ο Ντίπι Ντογκ ονομάζεται πλέον Γκούφι, ο ρόλος είναι μεγαλύτερος και γίνεται μέλος του στενού περιβάλλοντος του Μίκυ Μάους, μαζί με τον Ντόναλντ Ντακ. Σταδιακά, ο Γκούφι ανεβαίνει στην ιεραρχία των ηρώων της Ντίσνεϊ και αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία Goofy and Wilbur, που έκανε πρεμιέρα στις 17 Μαρτίου1939.

Τα επόμενα χρόνια ο Γκούφι είναι πλέον ένας από τους σταρ της Ντίσνεϊ, επισκιάζοντας ακόμη και τον Μίκυ, που γίνεται το καλό παιδί και δεν εμπνέει τους καρτουνίστες. Αντίθετα, ο συνδυασμός της αδεξιότητας του Γκούφι και της ηττοπάθειας του Ντόναλντ δημιούργησε ένα εκρηκτικό δίδυμο, που σκορπά άφθονο γέλιο. Ο Γκούφι παρέμεινε στο προσκήνιο ως τις αρχές της δεκαετίας του '60 για να υποχωρήσει στη συνέχεια σε μικρούς χαρακτηριστικούς ρόλους, κυρίως στην τηλεόραση.

Το 1992 στην τηλεοπτική σειρά Goof Troop, μας αποκάλυψε για πρώτη φορά το πλήρες όνομά του, Γκούφι Γκουφ, αλλά και τον νεαρό βλαστό του, τον Μαξιμίλιαν Μαξ Γκουφ. Η μητέρα του παιδιού του παραμένει μυστήριο, που μένει να απαντηθεί από τη Ντίσνεϊ. Έτσι, ο Γκούφι είναι ένας από τους ελάχιστους χάρτινους ήρωες με απογόνους.

Ο Γκούφι επανήλθε στη μεγάλη οθόνη το 1995. Με τον Μαξ πρωταγωνίστησαν στην ταινία A Goofy Movie ή όπως προβλήθηκε στη χώρα μας, Γκουφοταινία.

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

 

Τρίτη και 13

Δεισιδαιμονία που απαντάται στους Έλληνες και τους Ισπανόφωνους λαούς.

Γενικώς, η Τρίτη θεωρείται αποφράς ημέρα, δηλαδή γρουσούζικη και επικίνδυνη για τους παραπάνω λαούς. Όταν συμπίπτει Τρίτη και 13, οι προληπτικοί τη θεωρούν πολύ άτυχη και επικίνδυνη ημέρα. Για τους υπόλοιπους λαούς η γρουσούζικη ημέρα είναι η Παρασκευή και 13.

Οι Ισπανόφωνοι εκφράζουν την ημέρα με την παροιμία «En martes, ni te cases ni te embarques» («Την Τρίτη, μη παντρεύεσαι και μη ξεκινάς ταξίδι»). Κάτι ανάλογο ισχύει και στα καθ’ ημάς, όταν οι προληπτικοί μέσα στην Τρίτη αποφεύγουν να αρχίσουν οποιαδήποτε εργασία, να επιχειρήσουν ταξίδι ή να τελέσουν αρραβώνα. Αντίθετα, η Τρίτη είναι η κατάλληλη για εκδηλώσεις μαγείας.

Κατά την ελληνική παράδοση, η Τρίτη θεωρείται γρουσούζικη, καθώς την ημέρα αυτή η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια  των Οθωμανών Τούρκων (Τρίτη 29 Μαΐου 1453). Όπως παρατηρεί ο “πατέρας” της ελληνικής λαογραφίας Νικόλαος Πολίτης (1852-1921), η ερμηνεία αυτή είναι υστερογενής, αφού και οι σύγχρονοι στην Άλωση απέδωσαν την εθνική εκείνη συμφορά στην ολέθρια επίδραση της ημέρας. Μαρτυρία για την πρόληψη αυτή υπάρχει ήδη από το 1164.

Η εξήγηση της δεισιδαιμονίας πρέπει να αναζητηθεί, κατά τον Νικόλαο Πολίτη, σε αστρολογικές προβλέψεις. Σύμφωνα με αυτές, την Τρίτη κυρίαρχος είναι ο πλανήτης Άρης, ενώ σε κάποια ώρα της ημέρας (η «κακιά ώρα») επικρατεί μαζί με τον πλανήτη Κρόνο. Γι’ αυτό η ώρα αυτή καθίσταται ιδιαίτερα επικίνδυνη. Επειδή, όμως, κανείς δεν μπορεί να την προσδιορίσει, ολόκληρη η Τρίτη αντιμετωπίζεται ως αποφράς ημέρα.

Το 13 είναι ο κατεξοχήν κακότυχος αριθμός, που σπάει την αρμονία του 12 (12 Θεοί του Ολύμπου, 12 άθλοι του Ηρακλή, 12 φυλές του Ισραήλ, 12 μαθητές του Χριστού, 12 Ιμάμηδες κλπ). Με την προσθήκη του αριθμού «ένα» σχηματίζεται η αρχή ενός νέου κύκλου. Το άγνωστο, που αντιπροσωπεύει ο αριθμός 13, προκαλεί ανησυχία στους ανθρώπους κι έτσι άρχισαν να το συνδέουν με ατυχή γεγονότα.

      BARBIE!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!

Η Barbie είναι η πιο διάσημη κούκλα του κόσμου, με πωλήσεις που ξεπερνούν το 1 δισεκατομμύριο τεμάχια από το 1959 που πρωτοκυκλοφόρησε από την αμερικανική εταιρεία παιγνιδιών Mattel.

Η ιστορία της Μπάρμπι ξεκινά στα μέσα της δεκαετίας του ‘50 στις ΗΠΑ, όταν η αμερικανίδα επιχειρηματίας Ρουθ Χάντλερ (1916-2002) παρατήρησε ότι η κόρη της Μπάρμπαρα έπαιζε με χάρτινες κούκλες και διασκέδαζε δίνοντάς τους ρόλους ενήλικων γυναικών, σε μία εποχή που οι κούκλες αναπαριστούσαν μόνο μορφές νηπίων. Έτσι, της δημιουργήθηκε η ιδέα για την κατασκευή μιας ενήλικης κούκλας, που θα κάλυπτε ένα κενό στην αγορά. Η ιδέα της άρεσε στον σύζυγό της Έλιοτ, συνιδρυτή της εταιρείας παιγνιδιών Ματέλ.

Η αφορμή για την κατασκευή της Μπάρμπι δόθηκε το 1956, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού της στην Ευρώπη. Η Ρουθ Χάντλερ ανακάλυψε στη Γερμανία μία ενήλικη κούκλα με το όνομα Μπιλντ Λίλι (Bild Lilli) και ήταν ό,τι ακριβώς ζητούσε για τη δική της δημιουργία. Αγόρασε τρία κομμάτια. Το ένα το χάρισε στην κόρη της και τα άλλα δύο πήγαν κατευθείαν στο δημιουργικό τμήμα της Ματέλ. Η γερμανίδα Λίλι βασιζόταν σ’ ένα δημοφιλή χαρακτήρα κόμικς, που είχε σχεδιάσει ο Ράινχαρντ Μπόιτιν για τη μεγάλης κυκλοφορίας λαϊκή εφημερίδα Μπιλντ (Bild). Η Λίλι κυκλοφόρησε ως κούκλα για ενήλικες το 1955, αλλά γνώρισε μεγάλη επιτυχία μεταξύ των νεαρών κοριτσιών.

Με την επιστροφή της στις ΗΠΑ, η Χάντλερ στρώθηκε στη δουλειά και ξανασχεδίασε την κούκλα, με την καθοριστική συμβολή του μηχανικού Τζακ Ράιαν (1926-1991), που δούλευε στην κατασκευή οπλικών συστημάτων για λογαριασμό του Πενταγώνου. Η νέα κούκλα με το όνομα Μπάρμπι (χαϊδευτικό της κόρης της Μπάρμπαρα) έκανε την παρθενική της εμφάνιση στη Διεθνή Έκθεση Παιγνιδιών της Νέας Υόρκης στις 9 Μαρτίου 1959. Αυτή θεωρείται και η επίσημη ημερομηνία γέννησης της Μπάρμπι.

 

Ο νεαρόκοσμος και όχι μόνο υποδέχθηκε θερμά την Μπάρμπι και τον πρώτο χρόνο της κυκλοφορίας πωλήθηκαν γύρω στις 350.000 κούκλες. Η αυθεντική Μπάρμπι φορούσε ριγωτό ολόσωμο μαγιό και διατίθετο σε δύο εκδοχές, μελαχρινή ή ξανθιά. Η ενήλικη εμφάνιση και το πλούσιο στήθος της προκάλεσαν την αντίδραση πολλών γονέων, με αποτέλεσμα η Ματέλ να αλλάξει πολλές φορές το παρουσιαστικό της από τότε. Αργότερα, η αδύνατη πλέον Μπάρμπι κατηγορήθηκε ότι εξωθεί τα κορίτσια στη δίαιτα και την ανορεξία.

 

Το 1964, όταν η νέα κούκλα είχε παγιώσει τη θέση της στην αγορά, η Ματέλ εξαγόρασε τα δικαιώματα της γερμανίδας Λίλι και σταμάτησε την κατασκευή της, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στην Μπάρμπι. Γύρω από την Μπάρμπι στήθηκε από την αρχή σχεδόν της κυκλοφορίας της μία ολόκληρη βιομηχανία, που απέφερε πακτωλό χρημάτων στη Ματέλ: ποικιλία ρούχων και αξεσουάρ για την κούκλα, κούκλες με φίλους και φίλες της Μπάρμπι, βιβλία, ταινίες και βιντεοπαιχνίδια με ηρωίδα την Μπάρμπι.

Από τη δεκαετία του ‘70 η Μπάρμπι άρχισε να διεθνοποιείται και να κατακτά τον κόσμο. Η Ματέλ παρουσίασε τη Μαύρη Μπάρμπι, την Ισπανόφωνη Μπάρμπι, την Ανατολίτισσα Μπάρμπι κ.ο.κ. Όμως, ο ανεξάρτητος χαρακτήρας της προκάλεσε τις συντηρητικές ισλαμικές κοινωνίες. Το 2003 η Σαουδική Αραβία χαρακτήρισε την εικόνα της Μπάρμπι «προσβλητική» για το Ισλάμ και απαγόρευσε την κυκλοφορία της. Ακολούθησαν κι άλλες συντηρητικές μουσουλμανικές χώρες. Πάντως, οι χώρες αυτές δεν έμειναν χωρίς την Μπάρμπι τους. Ένα πιστό αντίγραφό της κυκλοφορεί και γίνεται ανάρπαστο από τον κοριτσόκοσμο. Ονομάζεται Φούλα και είναι ντυμένη με ό,τι επιτάσσει το Ισλάμ (μαντήλα, μπούργκα και τα συναφή).

Το πλήρες όνομα της Μπάρμπι είναι Μπάρμπαρα Μίλισεντ Ρόμπερτς, σύμφωνα με τους βιογράφους της και τα αναρίθμητα βιβλία με ιστορίες της που έχουν κυκλοφορήσει. Οι γονείς της είναι ο Τζορτζ και η Μάργκαρετ Ρόμπερτς και κατάγεται από την πόλη Γουίλοους του Γουινσκόνσιν. Είναι απόφοιτος Λυκείου κι έχει μία χαλαρή ερωτική σχέση με τον νεαρό Κεν Κάρσον, που εμφανίστηκε ως κούκλα το 1961 και το μικρό του όνομα είναι δανεισμένο από τον γιο της οικογένειας Χάντλερ. Η Μπάρμπι είναι αρκετά ευκατάστατη. Στο σπίτι της έχει γύρω στα 40 ζώα (κατοικίδια και μη) και διαθέτει μία σειρά από ακριβά αυτοκίνητα. Έχει άδεια για κάθε κινούμενο όχημα και μπορεί με την ίδια άνεση να πιλοτάρει αυτοκίνητο, αεροπλάνο και διαστημόπλοιο. Όταν, όμως, η περίσταση το απαιτεί, εκτελεί και καθήκοντα αεροσυνοδού. Στόχος της Ματέλ είναι να δείξει ότι οι γυναίκες μπορούν να τα καταφέρουν σε κάθε τομέα της ζωής.